18.4.11

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΖΩΙΤΑΚΗΣ - ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ


Ο Γεώργιος Ζωιτάκης (Ναύπακτος, Ιανουάριος 1910 - Αθήνα, 21 Οκτωβρίου 1996) ήταν Έλληνας στρατιωτικός που είχε ενεργή συμμετοχή στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας των Συνταγματαρχών διετέλεσε υφυπουργός Εθνικής Άμυνας και μετά την αναχώρηση του βασιλιά Κωνσταντίνου από την Ελλάδα ορκίστηκε Αντιβασιλιάς της Ελλάδος (1967 - 1972).

Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε στη Ναύπακτο και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Ζωιτάκη, χωροφύλακα απο την Άνω Χώρα Ναυπακτίας, ο οποίος θανατώθηκε από τον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, και της Βασιλικής Μπαλαμπάνη - Κοντοβά. Είχε άλλα τρία αδέρφια από τα οποία επέζησε μόνο το ένα, ο Αλέκος Ζωιτάκης, υπάλληλος αργότερα στο Υπουργείο Γεωργίας. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Ναύπακτο φοιτώντας στο εκεί σχολείο. Τα τελευταία χρόνια της εφηβείας του η οικογένειά του μετακόμισε στην Πάτρα προκειμένου να τελειώσουν το σχολείο εκεί. Μετά την αποφοίτησή του έγινε φοιτητής της Μαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, σπουδές που αργότερα εγκατέλειψε για να ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα.

Ήταν νυμφευμένος με τη Σοφία Βουρανζέρη (1926 - 1990) κόρη αξιωματικού, φοιτήτρια φιλοσοφικής, και απέκτησαν μια κόρη, την Βασιλική Ζωιτάκη.

Στρατιωτική σταδιοδρομία

Στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων εισήλθε ύστερα απο εξετάσεις και αφού εγκατέλειψε την μαθηματική σχολή . Αποφοίτησε απο την Ευελπίδων το 1932 και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ανώτατη σχολή Πολέμου, στη σχολή Εθνικής Άμυνας καθώς και σε νατοϊκά σχολεία στη Δυτική Γερμανία και τις ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου έδρασε ως υπολοχαγός του 39ου Συντάγματος Ευζώνων επί Αλβανικού εδάφους. Τραυματίστηκε από θραύσματα οβίδας λίγο πριν μπουν οι Γερμανοί στην Αθήνα, τον Απρίλιο του 1941. Μετά την κατάληψη της Ελλάδας ανέπτυξε αντιστασιακή δράση δρώντας ως υπαρχηγός του ΕΔΕΣ στην Αιτωλοακαρνανία. Από τον Αύγουστο ως τον Οκτώβριο 1944 ήταν κρατούμενος του ΕΛΑΣ και απελευθερώθηκε με τη συμφωνία της Καζέρτας και τη συνεννόηση ΕΛΑΣ - ΕΔΕΣ για απελευθέρωση αιχμαλώτων. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου κλήθηκε με το βαθμό λοχαγού και ταγματάρχη σε όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις ως Δ/τής του 602ου και έπειτα του 613ου Τάγματος Πεζικού. Για όλη του τη στρατιωτική δράση μεταξύ των ετών 1940 - 1949, τιμήθηκε με τη σπάνια διάκριση τριών Χρυσών Αριστείων Ανδρείας, με μετάλλια Πολεμικών Σταυρών και Στρατιωτικής Αξίας.

Μετά τον Εμφύλιο υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις ανά την Ελλάδα ως Διοικητής μονάδων Πεζικού και άλλων μεγαλύτερων σχηματισμών στην Κοζάνη, την Ελευθερούπολη και τη Βέροια. Διετέλεσε επίσης υπασπιστής του Βασιλέα Παύλου έχοντας παράλληλα υπό την προστασία του την πριγκίπισσα Σοφία. Στη συνέχεια μετατέθηκε στη Λάρισα όπου ανέλαβε επιτελάρχης στρατιάς φέροντας τον βαθμό του ταξιάρχου. Ως υποστράτηγος ανέλαβε την διοίκηση του Α΄ Σώματος Στρατού στην Κοζάνη ενώ ως αντιστράτηγος τη διοίκηση Γ΄ Σώματος Στρατού στη Θεσσαλονίκη.

Το 1972 αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του στρατηγού, ενώ ήταν ο πρώτος Έλληνας στρατηγός που έφερε τα διακριτικά τεσσάρων αστέρων κατά την εξομοίωση του Ελληνικού Στρατού με το ΝΑΤΟ (ακολούθησε ο τότε αρχηγός ΓΕΕΘΑ/ΓΕΣ Οδ. Αγγελής).

Δικτατορία των Συνταγματαρχών

Στις αρχές του Απριλίου 1967 ο Ζωιτάκης έλαβε γνώση του σχεδιαζόμενου πραξικοπήματος από την εκτελεστική ομάδα Παπαδόπουλου - Παττακού - Μακαρέζου. Αν και συμφωνούσε με την ιδέα περί στρατιωτικής επέμβασης προς αναβολή των προγραμματισμένων εκλογών βάσει του Άρθρου 91 του Συντάγματος 1952 "περί πολιτικής αναταραχής ", δεν συντάχθηκε εν τέλει με την ομάδα Παπαδόπουλου καθώς θεωρούσε ότι η ενέργεια έπρεπε να είναι ιεραρχημένη. Έτσι και μετά τη σύσκεψη των στρατηγών στην Αθήνα στις 20 Απριλίου που είχαν παράλληλα τις ίδιες ανησυχίες, όπως αποφασίστηκε, ο Ζωιτάκης έμεινε με την εντύπωση πως ο αρχηγός ΓΕΣ στρατηγός Γρηγόριος Σπαντιδάκης σε μερικές μέρες θα πληροφορούσε τον Βασιλιά Κωνσταντίνο ως προς την ετοιμότητα του στρατού για ανάληψη τέτοιου εγχειρήματος. Από την άλλη πλευρά όμως η εκτελεστική ομάδα, παρά τη υπόσχεση που είχε δώσει στον Σπαντιδάκη, τελικά προχώρησε απο μόνη της στο πραξικόπημα. Κατά τα μεσάνυχτα της 20ης προς 21ης Απριλίου, ο Σπαντιδάκης θα συλληφθεί και θα οδηγηθεί στο ΓΕΣ. Εκεί έθεσε εν τέλει τον εαυτό του επικεφαλής της κινητοποίησης του στρατού, προς εφαρμογή του νατοϊκού επιχειρησιακού σχεδίου Προμηθεύς. Ώρες αργότερα ο Ζωιτάκης, ευρισκόμενος και αυτός στην Αθήνα, αφού μεταφέρθηκε στο ΓΕΣ, τέθηκε στις διαταγές του άμεσου προϊστάμενου του (Αρχηγού ΓΕΣ Γρ. Σπαντιδάκη) ενώ παράλληλα επιβεβαίωσε προς τον Βιδάλη, υποδιοικητή Γ' Σώματος, υπακοή στις διαταγές του ΓΕΣ που είχαν ήδη προηγηθεί από τον Σπαντιδάκη [1] Για αυτή του την ενέργεια μέχρι ορκωμοσίας του υπό του Βασιλέως Κωνσταντίνου στη κυβέρνηση Κόλλια, ο Ζωίτάκης θα καταδικαστεί 8 χρόνια αργότερα ότι διέπραξε "στιγμιαίο έγκλημα" στάσης και εσχάτης προδοσίας.

Στις 22 Απριλίου 1967 ο Ζωιτάκης ορκίστηκε υφυπουργός Εθνικής Άμυνας στη δικτατορική Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Κόλλια 1967[2]. Μετά το κίνημα του βασιλιά Κωνσταντίνου, η λεγόμενη Επαναστατική Επιτροπή θα τον αναγορεύσει Αντιβασιλιά. Ορκίστηκε στις 14 Δεκεμβρίου 1967, από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, αντιβασιλιάς της Ελλάδας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι τις 21 Μαρτίου 1972, οπότε και ο Παπαδόπουλος, ύστερα από ρήξη του με τον Ζωιτάκη, τον απομάκρυνε αναλαμβάνοντας ο ίδιος Αντιβασιλιάς και έπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Την ίδια χρονιά ο Ζωιτάκης αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του στρατηγού. Αφορμή της αποπομπής του Ζωιτάκη ήταν η άρνηση του να υπογράψει νόμους του πρωθυπουργού του (Γ. Παπαδόπουλου). Αιτία όμως ήταν η πίεση του Ζωιτάκη για απεμπλοκή και η συσπείρωση στο πρόσωπό του των όσων εμπλεκομένων στο κίνημα ασκούσαν κριτική στη διακυβέρνηση Παπαδόπουλου. Ο Ζωιτάκης τέλος φέρεται να έχει υποστηρίξει την επάνοδο του Γρίβα στην Κύπρο, προς ενίσχυση του ελληνοκυπριακού στοιχείου έναντι του τουρκοκυπριακού, αντίθετα προς τη πολιτική που ασκούσε ο Παπαδόπουλος προς τον όχι και τόσο φιλικό του Μακάριο. Ωστόσο οι όποιες τριβές Ζωιτάκη - Παπαδόπουλου αποσιωπήθηκαν, ώστε να μην φανούν ρωγμές στη Χούντα.

Ο Ζωιτάκης θα είναι ο μακροβιότερος αντιβασιλιάς στα χρονικά της νεότερης ελληνικής ιστορίας καθώς παρέμεινε στη θέση αυτή για 4 χρόνια. Επιπλέον είναι ο τρίτος αντιβασιλέας προερχόμενος από την Αιτολωακαρνανία, μετά τον Κονδύλη και τον Δαμασκηνό. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως αντιβασιλιά υποδέχθηκε 7 αρχηγούς κρατών, μεταξύ των οποίων τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, τον Πρόεδρο του Κονγκό Μομπούτου, τον Βασιλιά της Λιβύης Ίντρις, τον Αυτοκράτορα της Αιθιοπίας Χαϊλέ Σελασιέ, τον Πρόεδρο της Κεντρικής Αφρικής Μομπάσα, τον Πρόεδρο του Παναμά Λάκας και τον Πρόεδρο της Μαυριτανίας. Δέχθηκε επίσης επισκέψεις του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Σπάιρο Άγκνιου, υπουργών και υφυπουργών εξωτερικών διαφόρων κρατών και άλλων υψηλόβαθμων στρατιωτικών ακολούθων, Πατριαρχών και Αρχιεπισκόπων ενώ επέδωσε τα διαπιστευτήρια του σε 62 ξένες διπλωματικές αντιπροσωπείες. Από τις 13 Δεκεμβρίου 1967 το καθεστώς της 21ης Απριλίου αναγνωρίστηκε από όλες τις χώρες που διατηρούσαν διπλωματικές σχέσεις με την Ελλάδα πλην Δανίας (λόγω συμπαράστασης του Βασιλικού Οίκου της Δανίας προς τον αυτοεξόριστο Βασιλιά Κωνσταντίνο). Βάσει πρωτοκόλλου, ο Ζωιτάκης συμμετείχε σε όλες τις επίσημες δημόσιες εκδηλώσεις μικρών και μεγάλων πόλεων, εθνικές και τοπικές επετείους, εγκαίνια δημοσίων έργων, δημόσιες εορταστικές εκδηλώσεις αλλά και πένθη ( π.χ. κηδεία Γεωργίου Παπανδρέου). Ως αντιβασιλιάς, διέμενε στο Μέγαρο Μαξίμου. Τέλος, το όνομά του θα ταξιδέψει και στο διάστημα στη πλακέτα που περιέχει το μήνυμα καλής θέλησης (good will message) της Ελλάδας και φέρει την υπογραφή του ανάμεσα στα μηνύματα των άλλων χωρών [3]

Τελευταία χρόνια

Με την έλευση του Κ. Καραμανλή το 1974, δόθηκε γενική αμνηστία για όσα πολιτικής φύσεως εγκλήματα διεπράχθησαν από το 1949 ως το 1974. Μερικούς μήνες αργότερα ο Ζωιτάκης εξαιρέθηκε από την αμνηστία, βάσει βουλεύματος στηριζόμενου σε νόμο αναδρομικής ισχύος (το Δ' Ψήφισμα), ενέργεια την οποία μερικά χρόνια αργότερα ο Άρειος Πάγος θα κρίνει παράνομη. Ωστόσο συνελήφη και προσήχθη σε δίκη ως πρωταίτιος του απριλιανού πραξικοπήματος του 1967, μαζί με άλλους. Τελικά καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού όπου παρέμεινε έγκλειστος για 13 χρόνια έως ότου αποφυλακίστηκε, το 1988, σύμφωνα με το άρθρο του Ποινικού Κώδικα περί ανηκέστου βλάβης. Μέχρι το 1996, χρονιά θανάτου του, εξέτισε κατ' οίκον ποινή χωρίς σύνταξη και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.[4] Το 1993 απορρίφθηκε αίτηση χάριτός του από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Douz History comments